Εφαρμογή του

visible στα ελληνικά
visible
λέγεται
βιζίμπλ
.
visible
σημαίνει στα ελληνικά
ορατός / ολοφάνερος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- lumière / rayonnement visible : φως / ορατή ακτινοβολία
- DSENO / dose sans effet nocif observé : επίπεδο μη παρατηρούμενου ανεπιθύμητου αποτελέσματος (Preferred) / επίπεδο στο οποίο δεν παρατηρούνται επιπτώσεις
- VIS / rayonnement visible : VIS / ορατό φως
- web visible / web indexable : επιφανειακός παγκόσμιος ιστός
- zone visible / zone de visibilité directe : Ορατή περιοχή
- DSE / dose sans effet : επίπεδο μη παρατηρούμενου αποτελέσματος (Preferred) / μηδαμινό επίπεδο παρατηρηθέντος αποτελέσματος
- unité visible : ορατή μονάδα
- encre visible : ορατή μελάνη
- niveau visible : υδροδείκτης
- signal visible : οπτικό σήμα
Subscribe
0 Comments