Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

voltage στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
voltage
λέγεται
βολτάζ
.
voltage
σημαίνει στα ελληνικά
τάση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • HAUT voltage : υψηλή τάση
  • polarisation / tension de polarisation : πόλωση / τάση πόλωσης
  • voltage final / tension finale : τάση εξόδου συσσωρευτή
  • voltage accélérateur : τάση επιτάχυνσης
  • radiothérapie à haut voltage / radiothérapie à haute énergie : θεραπεία με ακτινοβολία υψηλής τάσης
  • élément assurant à l'appareil le voltage requis : στοιχείο που εξασφαλίζει στη συσκευή το απαιτούμενο βολτάζ
  • le débit d'exposition dépend pour une large part du voltage du tube : Ο ρυθμός έκθεσης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το δυναμικό της λυχνίας

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments