Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

έντομο στα γαλλικά
έντομο
λέγεται
’edomo
.
έντομο
σημαίνει στα γαλλικά
insecte
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- έντομο : insecte
- μύγα βαμβακιού / έντομο βαμβακιού : puce du coton
- έντομο θρύπτον / έντομο μασητικό : insecte broyeur
- ωφέλιμο έντομο : insecte utile
- βλαβερό έντομο : insecte nuisible
- υδρόβιο έντομο : insecte aquatique
- φυτοφάγο έντομο : insecte phytophage
- έντομο μυζητικό : insecte suceur
Subscribe
0 Comments


