Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

δεσποτικός στα γαλλικά
δεσποτικός
λέγεται
dhespoti’kos
.
δεσποτικός
σημαίνει στα γαλλικά
despotique
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- δεσποτικός συγχρονισμός : synchronisation despotique
Subscribe
0 Comments


