Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

εκμεταλλεύομαι στα γαλλικά
εκμεταλλεύομαι
λέγεται
ekmeta’levome
.
εκμεταλλεύομαι
σημαίνει στα γαλλικά
exploiter / profiter de
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- εκμεταλλεύομαι τις ΝΤΠ : exploiter les NTI
- εκμεταλλεύομαι δρομολόγια : exploiter des lignes
- εκμεταλλεύομαι... κατά μονοπωλιακό τρόπο : exploiter ... de façon monopolistique
- εκμεταλλεύομαι την εφεύρεση για βιομηχανικούς σκοπούς : exploiter l'invention à des fins industrielles
- εκμεταλλεύομαι μια εφεύρεση,κατασκευάζοντας το σχετικό προϊόν : exploiter l'invention par fabrication
Subscribe
0 Comments


