Εφαρμογή του

κεφάλαιο στα γαλλικά
κεφάλαιο
λέγεται
ke’faleo
.
κεφάλαιο
σημαίνει στα γαλλικά
capital / chapitre
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- κεφάλαιο : capital
- κεφάλαιο : ch. / chap.
- κεφάλαιο / περιουσία : capital / actif total
- κεφάλαιο : comptes de capitaux
- κεφάλαιο : principal / somme principale
- κεφάλαιο : chapitre
- κεφάλαιο : capital de dotation
- θρέμματα / βοσκήματα : bétail / animaux
- μερίδιο / μετοχικό κεφάλαιο : part sociale / action de quotité
Subscribe
0 Comments