Εφαρμογή του

υψόμετρο στα γαλλικά
υψόμετρο
λέγεται
i’psometro
.
υψόμετρο
σημαίνει στα γαλλικά
altitude
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- υψόμετρο : altimètre
- υψόμετρο / διαφωνόμετρο : hypsomètre / diaphonomètre
- υψόμετρο : hypsomètre
- υψόμετρο / μετρητής ύψους : altimètre / baromètre altimétrique
- αλτίμετρο / καταγραφικό υψόμετρο : altigraphe
- υψόμετρο/ύψος : altitude
- πίεση απόλυτου ύψους / υψόμετρο πίεσης : altitude-pression
- υψόμετρο πτήσης / ύψος πτήσης πάνω απο το μέσο επίπεδο της θάλασσας : altitude du vol au-dessus du zéro fondamental
- δέσμιο υψόμετρο / ενδείκτης ύψους πίεσης : altimètre asservi
- υψόμετρο στέψης : cote du couronnement / arasement de la crête
Subscribe
0 Comments