Dictionnaire Rosgovas français-grec grec-français avec ( tous supports)
Application du
collectivité in Greek
collectivité
is pronounced
κολεκτιβιτέ
.
collectivité
means in Greek
αυτοδιοίκηση
.
Source: Rosgovas, all rights reserved
- Saint-Martin / collectivité de Saint-Martin : Άγιος Μαρτίνος / Κοινότητα του Αγίου Μαρτίνου
- collectivité : ένωση προσώπων / ομάδα προσώπων
- collectivité : κοινότητα
- collectivité : κοινωνικό σύνολο
- collectivité : εταιρικό όργανο / συλλογικό όργανο
- collectivité : συλλογική συμβίωση / μη οικογενειακό νοικοκυριό
- monde rural / collectivité rurale : αγροτική κοινότητα
- coût social / coûts sociaux : κοινωνικό κόστος
- Saint-Barthélemy / collectivité de Saint-Barthélemy : Άγιος Βαρθολομαίος / Κοινότητα του Αγίου Βαρθολομαίου
- organisme public / organisme de droit public : οργανισμός δημοσίου δικαίου
Subscribe
0 Comments