Dictionnaire Rosgovas français-grec grec-français avec ( tous supports)
Application du
prévenant in Greek
prévenant
is pronounced
πρεβνάν
.
prévenant
means in Greek
περιποιητικός
.
Source: Rosgovas, all rights reserved
- prévenir : προλαμβάνω
- accusé / prévenu : κατηγορούμενος
- programme Daphné / programme Daphné II : Πρόγραμμα κοινοτικής δράσης (πρόγραμμα Δάφνη) (2000-2003) περί προληπτικών μέτρων κατά της βίας εις βάρος παιδιών, εφήβων και γυναικών / Πρόγραμμα κοινοτικής δράσης (2004-2008) σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου (πρόγραμμα Δάφνη II)
- Convention COLREG / Règlement international pour prévenir les abordages en mer : Διεθνείς Κανονισμοί για την Αποφυγή Συγκρούσεων στη θάλασσα / Σύμβαση "περί διεθνών κανονισμών πρός αποφυγήν συγκρούσεων εν θαλάσση, 1972"
- entité à prévenir : εις προσοχήν
- programme Daphné II / seconde phase du programme d'action communautaire (2004-2008) visant à prévenir et à combattre la violence envers les enfants, les adolescents et les femmes et à protéger les victimes et les groupes à risque : ΔΑΦΝΗ ΙΙ / δεύτερη φάση του προγράμματος κοινοτικής δράσης (2004-2008) σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου (πρόγραμμα ΔΑΦΝΗ II)
- prévenir un usage de la marque : αποτρέπω χρήση του σήματος
- personne à prévenir en cas d'accident : πρόσωπο που πρέπει να ειδοποιηθεί σε περίπτωση ατυχήματος
- transfèrement de la personne prévenue : μεταγωγή κρατουμένου' μεταφορά κρατουμένου
- Règles pour prévenir les abordages en mer : Κανονισμοί προς αποφυγήν συγκρούσεων εν θαλάσση, 1948
Subscribe
0 Comments