Dictionnaire Rosgovas français-grec grec-français avec ( tous supports)
Application du
puis in Greek
puis
is pronounced
πυί
.
puis
means in Greek
έπειτα / κατόπιν
.
Source: Rosgovas, all rights reserved
- AIPN / autorité investie du pouvoir de nomination : αρμόδια για τους διορισμούς αρχή
- CCAC / convention sur les armes classiques : Σύμβαση για την απαγόρευση ή περιορισμό χρήσης ορισμένων συμβατικών όπλων που μπορούν να θεωρηθούν ως εξαιρετικώς επιβλαβή ή ως προκαλούντα αδιακρίτως αποτελέσματα / Σύμβαση για τα απάνθρωπα όπλα
- RSh2 / peut entraîner une photosensibilisation : RSh2 / μπορεί να προκαλέσει φωτοευαισθητοποίηση
- RSh3 / le contact avec les vapeurs peut provoquer des brûlures de la peau et des yeux; le contact avec le gaz liquide peut causer des engelures : RSh3 / Οι ατμοί μπορεί να προκαλέσουν εγκαύματα στο δέρμα και στα μάτια· η επαφή με το υγρό μπορεί ναπροκαλέσει κρυοπαγήματα
- SPA / standard de pouvoir d'achat : ΠΑΔ / πρότυπο αγοραστικής δύναμης
- pouvoir de marché substantiel / pouvoir de marché significatif : σημαντική δύναμη στην αγορά
- PPA / parité de pouvoir d'achat : ΙΑΔ / ισοτιμία της αγοραστικής δύναμης
- option de vente (Preferred) / put : δικαίωμα πώλησης
- PCS / pouvoir calorifique supérieur : υψηλή θερμαντική αξία / μικτή θερμότητα καύσης
- p.e. / peut-être éteint : είδος που ενδεχομένως έχει εξαφανιστεί
Subscribe
0 Comments