Dictionnaire Rosgovas français-grec grec-français avec ( tous supports)
Application du
atmosphère en griego
atmosphère
se dice
ατμοσφέρ
.
atmosphère
significa en griego
ατμόσφαιρα
.
Source: Rosgovas, todos los derechos reservados
- atmosphère : ατμόσφαιρα
- atmosphère : ατμόσφαιρα φούρνου
- atmosphere : ατμόσφαιρα
- Comité pour l'adaptation au progrès technique de la législation visant à l'élimination des entraves techniques aux échanges dans le secteur du matériel électrique utilisé en atmosphère explosible (CAPT/ATEX) : Επιτροπή για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της νομοθεσίας με στόχο την εξάλειψη των τεχνικών εμποδίων στις συναλλαγές στον τομέα του ηλεκτρολογικού υλικού που χρησιμοποιείται σε εκρηκτικό περιβάλλον (CAPT/ATEX)
- soudage MAG / soudage à l'arc en atmosphère active : συγκόλληση ΜΕΑ / συγκόλληση με τόξο σε ενεργή ατμόσφαιρα
- soudage MIG / soudage à l'arc en atmosphère inerte : συγκόληση ΜΑΑ / συγκόλληση με τόξο σε αδρανή ατμόσφαιρα
- soudage TIG / soudage à l'arc en atmosphère inerte avec électrode de tungstène : συγκόλληση ΒΑΑ / συγκόλληση με τόξο σε αδρανή ατμόσφαιρα με ηλεκτρόδιο από βολφράμιο
Subscribe
0 Comments