Dictionnaire Rosgovas français-grec grec-français avec ( tous supports)
Application du
fidélité en griego
fidélité
se dice
φιντελιτέ
.
fidélité
significa en griego
πίστη / ευκρίνεια
.
Source: Rosgovas, todos los derechos reservados
- fidélité : αξιοπιστία
- fidélité : συνέπεια
- fidélité : πιστότητα
- fidélité : κυματοειδής ξηρόφλοιος
- fidélité vocale : πιστότητα ομιλίας
- fidélité globale : συνολική πιστότητα
- devoir de fidélité : καθήκον συζυγικής πίστης
- prime de fidélité : πριμ εμπιστοσύνης / πριμ εμπιστοσύνης μετόχων
- prime de fidélité / remise de fidélité : έκπτωση σε ήδη πελάτες / εκπτώσεις υπέρ πιστών πελατών
- rabais de fidélité : έκπτωση πιστών πελατών
Subscribe
0 Comments