Dictionnaire Rosgovas français-grec grec-français avec ( tous supports)
Application du
multiple en griego
multiple
se dice
μυλτίπλ
.
multiple
significa en griego
πολλαπλός / πολλαπλάσιο
.
Source: Rosgovas, todos los derechos reservados
- multiple / multiple manuel : πολλαπλός μεταλλάκτης
- multiple : πολλαπλό συνδρομητή / πολλαπλός μεταλλάκτης
- multiple / groupe de lignes : ομάδα διαβάθμισης
- multiple / standard multiple : πολλαπλός χειρισμός χειριστηρίου
- manifold / collecteur à raccordements multiples : διακλαδωμένη σωλήνωση / πολλαπλούς κύριος αγωγός διανομής
- MPS I / MPS I-H : MPS I-H / βλεννοπολυσακχαρίδωση Ι
- monospace / véhicule monocorps : πολυμορφικό όχημα / όχημα πολλαπλών χρήσεων
- multipler : πολλαπλούν πεδίο / πολλαπλασιαστικό πεδίο
- AMDP/DC : εμμένουσα πολλαπλή πρόσβαση με ανίχνευση φέρουσας και ανίχνευση σύγκρουσης
- grappe / canaux multiples : πολλαπλά κανάλια / πολλαπλοί είσοδοι τροφοδοσίας
Subscribe
0 Comments