Application du Dictionnaire Rosgovas français-grec grec-français avec (tous supports)

καταλογίζω en francés
καταλογίζω
se dice
katalo’jizo
.
καταλογίζω
significa en francés
imputer
.
Source: Rosgovas, todos los derechos reservados
- καταλογίζω : faire grief
- καταλογίζω / καταχωρίζω : comptabiliser
- καταλογίζω στον προϋπολογισμό : imputer au budget
- καταχωρώ λογιστικά' καταλογίζω : comptabiliser
- καταλογίζω σε γραμμή του προϋπολογισμού : imputer à une ligne du budget
- καταλογίζω στις δασμολογικές ποσοστώσεις : imputer sur les contingents tarifaires
- εσωτερικοποιώ το εξωτερικό περιβαλλοντικό κόστος / καταλογίζω εσωεπιχειρησιακά το εξωτερικό περιβαλλοντικό κόστος : internaliser les coûts environnementaux / prendre en compte les coûts écologiques
- καταλογίζω μία συναλλαγή σε πίστωση/πιστωτική γραμμή : imputer une affaire sur un (/une ligne de) crédit
- καταλογίζω δαπάνη σε συγκεκριμένο κονδύλιο του προϋπολογισμού : imputer une dépense sur une ligne budgétaire spécifique
Subscribe
0 Comments


