Dictionnaire Rosgovas français-grec grec-français avec ( tous supports)
Application du
lieu en grec
lieu
se prononce
λιε
.
lieu
signifie en grec
τόπος / χώρος / au Iieu αντί
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- lieu / place : τόπος / τοποθεσία
- Service Prévention / SPSS : Υπηρεσία πρόληψης / Υπηρεσία για την πρόληψη στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων στο χώρο εργασίας
- PPF / point de passage frontalier : σημείο συνοριακής διελεύσεως
- RLD / rendu au lieu de destination : παραδοτέο στον τόπο
- CCSHS / Comité consultatif pour la sécurité, l'hygiène et la protection de la santé sur le lieu de travail : Συμβουλευτική επιτροπή για την ασφάλεια, την υγιεινή και την προστασία της υγείας στον τόπο εργασίας
- PST / promotion de la santé au travail : WHP / προαγωγή της υγείας στο χώρο της εργασίας' προώθηση της υγείας στο χώρο της εργασίας
- PHL / poste externe : σταθμός εκτός κτιρίου
- approche du lieu de l'intermédiaire pertinent / PRIMA : PRIMA / τόπος εγκατάστασης του σχετικού διαμεσολαβητή
- frayère / zone de frai : τόπος αναπαραγωγής
- lieu noir / MUL : μαύρος μπακαλιάρος
S’abonner
0 Commentaires