Εφαρμογή του
καλοήθης στα γαλλικά
καλοήθης
λέγεται
kalo’ithis
.
καλοήθης
σημαίνει στα γαλλικά
bénin
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- καλοήθης : bénin
- παραγαγγλίωμα / φαιοχρωμοκύττωμα : phéochromocytome / phaéochromocytome
- καλοήθης όγκος : tumeur bénigne / néoplasme bénin
- ερυθρά υπέρταση / καλοήθης υπέρταση : hypertension colorée
- χολαιμία Gilbert / καλοήθης έμμεση υπερχολερυθριναιμία : hyperbilirubinémie post-hépatique
- ιδιοπαθής περικαρδίτις / οξεία καλοήθης περικαρδίτις : péricardite aiguë / péricardite idiopathique
- καλοήθης οστικός όγκος : tumeur osseuse bénigne
- καλοήθης πνευμονοκονίαση / καλοήθης πνευμονοκονίωση : pneumoconiose bénigne / pneumoconiose de surcharge
- παχύς ή καλοήθης διαβήτης : diabète gras
- ινώδης ή καλοήθης επουλίς : épulis fibreuse
Subscribe
0 Comments