Εφαρμογή του
κόμπος στα γαλλικά
κόμπος
λέγεται
’kobos
.
κόμπος
σημαίνει στα γαλλικά
nœud
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- κόμπος / θρόμβος : bouton
- δέσιμο / κόμπος : ajut
- ποδόδεσμος / απλός κόμπος : noeud simple / noeud d'écoute
- σταυρόκομπος / ναυτικός κόμπος : noeud de batelier
- σταυρόκομπος / κόμπος υφαντουργού : noeud croisé / noeud de tisserand
- κόμπος Γιορδές / κόμπος Σμύρνης : point de smyrne / noeud de ghiordès
- διαχωριστικός κόμπος : noeud de séparation
- κόμπος γάμπας ποτηριού : amollisse
- κόμπος σχοινιού σημαντήρα : noeud d'orin / noeud d'empennellage
- κόμπος σε σχήμα βαλανιδιού : gland
Subscribe
0 Comments