Εφαρμογή του
ορός στα γαλλικά
ορός
λέγεται
o’ros
.
ορός
σημαίνει στα γαλλικά
sérum
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ορός : sérum / sérum sanguin
- ορός / ορός γάλακτος : sérum
- όρος : montagne
- νορός / τυρόγαλα : lactosérum / petit lait
- όρος / ρήτρα : condition
- όρος / προϋπόθεση : condition requise
- όρος : l. terme 2. désignation
- όρος : terme
- όρος : clause
- PBS / ρυθμιστικό διάλυμμα φωσφορικών : STP / SSTP
Subscribe
0 Comments