Εφαρμογή του
abandonner στα ελληνικά
abandonner
λέγεται
αμπανντονέ
.
abandonner
σημαίνει στα ελληνικά
εγκαταλείπω / παρατάω / σηκώνω τα χέρια / abandonner à son sort αφήνω στην τύχη του
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- délaisser / abandonner : αποσύρομαι / εγκαταλείπω
- abandonner / faire avorter : αποβάλλω
- abandonner : εγκατάλειψη
- chien errant / chien abandonné : αδέσποτος σκύλος
- réputé retiré / réputé abandonné : θεωρείται ότι ανακλήθηκε
- site abandonné : εγκαταλελειμμένη τοποθεσία
- site abandonné : εγκαταλειμμένος βιομηχανικός χώρος
- zone de friche : εγκαταλελειμμένη εγκατάσταση
- site abandonné : εγκαταλελειμμένος χώρος
- puits abandonné : εγκαταλειμμένο πηγάδι
Subscribe
0 Comments