Εφαρμογή του
abricot στα ελληνικά
abricot
λέγεται
αμπρικό
.
abricot
σημαίνει στα ελληνικά
βερίκοκο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- abricot : βερίκοκκο
- abricot : βερίκοκο
- abricot / abricotier : βερυκοκιά
- abricots : βερίκοκα
- jus d'abricot : χυμός βερύκοκο
- mélange d'abricot : συνδυασμός βερικοκί
- pulpes d'abricots : πολτός (πούλπα) βερικόκκων
- eau-de-vie d'abricots : απόσταγμα βερυκόκων
Subscribe
0 Comments