Εφαρμογή του
bandage στα ελληνικά
bandage
λέγεται
μπανντάζ
.
bandage
σημαίνει στα ελληνικά
επίδεσμος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- bandage : λάστιχο / ελαστικό
- bandage / profil normal de bandage : κανονική διατομή ελαστικού τροχού
- bande / bandage : ταινία / επίδεση
- bandage / ligature : περίδεση / απολίνωση
- bandage : επίσωτρο του τροχού
- bandage : επίδεσμος
- bandage : μέσο επίδεσης
- bandages / bandage bande : ύφασμα για επιδέσμους
- pneu / pneumatique : αερογεμές επίσωτρο / ελαστικό με αεροθάλαμο
- ventrière / bande abdominale : ζώνη κοιλίας / κοιλιακοί επίδεσμοι
Subscribe
0 Comments