Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

choc στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
choc
λέγεται
σοκ
.
choc
σημαίνει στα ελληνικά
σοκ / σύγκρουση / χτύπημα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • choc / shock : shock / καταπληξία
  • choc / écrasure : κτυπημένη επιφάνεια
  • choc / coup : κτυπημένη επιφάνεια
  • choc / secousse : σεισμός / σεισμική δόνηση
  • choc / impact : κρούση
  • choc / collision : σύγκρουσις
  • choc : καταπληξία / αιφνίδιο σοκ
  • self / bobine de choc : επαγωγέας
  • AACT / attelage automatique de choc et traction : αυτόματη ζεύξη / αυτόματη ζεύξη κρούσης και έλξης
  • SCT / syndrome du choc toxique : σύνδρομο τοξικού σοκ

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments