Εφαρμογή του
courbe στα ελληνικά
courbe
λέγεται
κουρμπ
.
courbe
σημαίνει στα ελληνικά
καμπύλη
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- courbe : στροφή
- courbe : εξόστωση
- courbe : καμπύλη
- courbe : συνεχής καμπύλη
- courbe / coude à grand rayon : καμπύλη μεγάλης ακτίνας
- graphe / diagramme : γραφική παράσταση
- isobare / ligne isobare : ισοβαρείς
- lissage / ajustement : προσαρμογή καμπύλης
- isohypse / courbe de niveau : ισοϋψής γραμμή / ισοϋψής καμπύλη
Subscribe
0 Comments