Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

craie στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
craie
λέγεται
κρε
.
craie
σημαίνει στα ελληνικά
κιμωλία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • craie / pigment blanc CI 18 : κιμωλία / ανθρακικό ασβέστιο
  • craie : κιμωλία/φυσικό ανθρακικό ασβέστιο
  • craie : κιμωλία
  • craie / calcite : κιμωλία
  • craie broyée : λειοτριβημένη κιμωλία
  • craie d'Espagne / craie de Briançon : κιμωλία της Ισπανίας / κιμωλία της Μπριανσόν
  • craie de billard : κιμωλία μπιλιάρδου
  • craie de tailleur : κιμωλία ράπτη
  • craies phosphatées : φωσφορικές κιμωλίες

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments