Εφαρμογή του
créer στα ελληνικά
créer
λέγεται
κρεέ
.
créer
σημαίνει στα ελληνικά
δημιουργώ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- AA / accord d'association : συμφωνία σύνδεσης
- créer un train : δρομολογώ για πρώτη φορά μια αμαξοστοιχία
- pièces créées : παραχθέντα κέρματα
- accord d'Ankara / accord créant une association entre la Communauté économique européenne et la Turquie : Συμφωνία της 'Αγκυρας / Συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας
- Traité créant une zone dénucléarisée en Asie du Sud-Est / Traité de Bangkok : Συνθήκη για τη δημιουργία αποπυρηνικοποιημένης ζώνης στην Νοτιοανατολική Ασία
- organe de traités / organe créé par un traité : Όργανο Παρακολούθησης των Συνθηκών
- fixer un graphique / créer une fenêtre graphique de type "page" : σταθεροποιώ ένα γράφημα
- réservoir de vallée / réservoir créé par barrage de vallée : ταμιευτήρας δημιουργούμενος από κατασκευή φράγματος σε κοιλάδα
- champ de dispersion / champ magnétique créé par des courants : ρευματογενές μαγνητικό πεδίο
- fonds de commerce créé / fonds de commerce latent : λανθάνουσα αξία επωνυμίας / παραχθείσα αξία επωνυμίας
Subscribe
0 Comments