Εφαρμογή του
fer-blanc στα ελληνικά
fer-blanc
λέγεται
φερμπλάν
.
fer-blanc
σημαίνει στα ελληνικά
λευκοσίδηρος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- fer-blanc : λευκοσίδηρος
- fer blanc : λευκοσίδηρος
- fer étamé / débris de fer-blanc : απορρίματα λευκοσιδήρου / επικασσιτερωμένος σίδηρος
- tôle / fer blanc : λεπτό έλασμα / λεπτό έλασμα σιδήρου
- scellé en fer blanc : μολυβδοσφραγίδα από λευκοσίδηρο
- impression sur tôle / impression sur fer-blanc : μεταλλοτυπία
- feuille de fer-blanc : φύλλο λευκοσιδήρου
- fer-blanc électrolytique : ηλεκτρολυτικός λευκοσίδηρος
Subscribe
0 Comments