Εφαρμογή του
fossoyeur στα ελληνικά
fossoyeur
λέγεται
φοσουαγέρ
.
fossoyeur
σημαίνει στα ελληνικά
νεκροθάφτης
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- fossoyeuse / trancheuse : εκσκαφέας / μηχανή εκσκαφής τάφρων
- charrue fossoyeuse : άροτρο κατασκευής τάφρων / άροτρο κατασκευής τάφρων με δύο φτερά
- fossoyeuse rotative / rigoleuse-fossoyeuse à prise de force : περοστροφικό άροτρο εκσκαφής τάφρων
Subscribe
0 Comments