Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

hausser στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
hausser
λέγεται
οσέ
.
hausser
σημαίνει στα ελληνικά
υψώνω / σηκώνω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • hausser : κέρδος
  • hausse : έξαρση χρηματιστηριακής δραστηριότητος και τιμών
  • hausse : σφήνα καλαποδιού
  • hausse / magasin à miel : μελιτοθάλαμος
  • haussier / spéculateur à la hausse : κερδοσκόπος που προβλέπει άνοδο τιμών / πωλητής χρεογράφων που προβλέπει άνοδο τιμών
  • hausse : υδατοϋψωτής
  • limit up / limite à la hausse : όριο ανόδου τιμής
  • hausse : α)υπερέκταμα / β)"χωνί" χυτεύσεως σκυροδέματος
  • hausse : σήκωμα
  • hausse / pied support : στήριγμα σωλήνων / υποστάτης γραμμής

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments