Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

infliger στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
infliger
λέγεται
ενφλιζέ
.
infliger
σημαίνει στα ελληνικά
επιφέρω / επιβάλλω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • souffrance animale / souffrance infligée aux animaux : πόνος των ζώων
  • infliger des amendes : επιβάλλω πρόστιμα
  • préjudice auto-infligé : ζημία προκαλούμενη με ιδία ευθύνη
  • infliger des sanctions : επιβάλλω κυρώσεις
  • infliger des astreintes : επιβάλλω περιοδικές χρηματικές ποινές
  • bastonnade infligée par le tribunal : δικαστική καταδίκη σε ξυλοδαρμό
  • infliger un désavantage dans la concurrence : περιέρχονται σε μειονεκτική θέση στον ανταγωνισμό
  • infliger aux entreprises des amendes et des astreintes : επιβάλλω πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές στις επιχειρήσεις
  • infliger des sanctions pécuniaires aux témoins défaillants : επιβάλλω χρηματικές κυρώσεις στους μη εμφανιζομένους μάρτυρες(λιπομάρτυρες)

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments