Εφαρμογή του
minime στα ελληνικά
minime
λέγεται
μινίμ
.
minime
σημαίνει στα ελληνικά
μηδαμινός / ελάχιστος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- arnoseris minime / chicorée de mouton : αρνόσερις η ελαχίστη
- apport de bruit minime : συνεισφορά χαμηλού θορύβου
- opérations ou procédés minimes : ελάχιστες εργασίες ή μεταποιήσεις
- s'il est constaté que la différence est minime : αν διαπιστωθεί ότι η διαφορά είναι ελάχιστη
Subscribe
0 Comments