Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

monter στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
monter
λέγεται
μοντέ
.
monter
σημαίνει στα ελληνικά
ανεβαίνω / ανεβάζω / συναρμολογώ / καβαλάω / στήνω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • monter : συναρμολογώ
  • monter : ρύθμιση / συναρμολόγηση
  • monter / serrer : μοντάρω
  • montée / en montée : κατεύθυνση ανόδου
  • forfait / montant forfaitaire : ποσό κατ' αποκοπήν
  • monter : προσαρμόζω
  • envol / montée initiale : άνοδος
  • encours / montants restant à engager : εκκρεμή ποσά / ανεξόφλητα ποσά
  • saut / lutte : επίβαση
  • montoir / mannequin : κελλί οχείας / εσχάρα οχείας

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments