Εφαρμογή του
riposte στα ελληνικά
riposte
λέγεται
ριπόστ
.
riposte
σημαίνει στα ελληνικά
απάντηση / ανταπάντηση / αντεπίθεση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- riposte : αντίδραση
- deuxième frappe / frappe en second : δεύτερο πλήγμα / απαντητικό πυρηνικό πλήγμα
- capacité de riposte : ικανότητα ανταπόδοσης πλήγματος / ικανότητα ανταποδοτικού πλήγματος
- riposte nucléaire limitée : περιορισμένα πυρηνικά αντίποινα
Subscribe
0 Comments