Dictionnaire Rosgovas français-grec grec-français avec ( tous supports)
Application duchapelle in Greek
chapelle
is pronounced
σαπέλ
.
chapelle
means in Greek
παρεκκλήσι / ξωκλήσι
.
Source: Rosgovas, all rights reserved
- chapelle : είδος θερμοκηπίου με διπλή πλευρά
- chapelle : λινοδεσμίδα
- chapelle / compartiment des soupapes : χώρος βαλβίδας / θάλαμος βαλβίδας
- bouclier / tôle de chapelle(B) : πίσω πόρτα
- chapelle ardente : παρεκκλήσιο νοσοκομείου
- chambre d'étirage / chapelle d'étirage : πηγάδι ανελκύσεως
- verre pour hublot / plaque de chapelle : Γυαλί παρατηρητηρίου
- poste de cueillage / ouvreau de cueillage : θυρίδα εργασίας
- regard de chapelle : παρατηρητήριο
- conduit d'admission / chapelle d'admission : χοάνη εισαγωγής
Subscribe
0 Comments